Τι ήταν το 40δένδρι?
Υπήρχε κάποτε ένα θαυματουργό υγρό πολυβότανο, δηλαδή προερχόταν από πολλά βότανα, σαράντα τον αριθμό, αλλά μπορεί και λιγότερα, και αυτό γιάτρευε σχεδόν τα πάντα, και κυρίως παιδικές αρρώστιες, αυτό ήταν το λεγόμενο 40δένδρι!
Το υγρό αυτό που ήταν σαν λάδι, δεν εξέλειπε από κανένα σπίτι, γιατί εκτός του ότι ήταν ιαματικό, είχε και πολύ ωραίο άρωμα, και το δίνανε κυρίως στα παιδιά σαν αρρώσταιναν.
Το 40δένδρι το λέγανε και αλλιώς «καραμπάσι», και στην Κρήτη το έφτιαχναν κάπου στα Χανιά, και συγκεκριμένα στο χωριό Τζιτζιφέ Αποκορώνου, καθώς το χωριό αυτό είχε παράδοση στην παραγωγή του. Το καραμπάσι το έβαζαν νοικοκυρές σε μικρό μπουκαλάκι και το φύλαγαν συνήθως στο εικονοστάσι.
Για να παράγουν το καραμπάσι χρησιμοποιούσαν σαν πρώτη ύλη φύλλα από διάφορα δένδρα, και κυρίως δαφνόφυλλα, αλλά για το 40δένδρι χρησιμοποιούσαν περισσότερα αρωματικά φύλλα, κυρίως φύλλα από τίλιο, και πολλά άλλα άγρια βότανα, φασκομηλιά θυμάρι, αντωνανίδα, θρούμπα, αλαδανιά, μαλοτήρα, ελίχρυσο, λαβάντα, μέχρι 40 τον αριθμό, αλλά χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο, ούτε να είναι τα φύλλα όλα από αρωματικά φύλλα δένδρων.
Παρακάτω θα εξηγήσουμε τη διαδικασία που έβγαινε το λάδι του 40δενδρου, όπου είναι η ίδια όπως και στο απλό καραμπάσι. Σιγά – σιγά το 40δένδρι που το αποτελούσαν 40 βότανα, το αντικατέστησε το απλό καραμπάσι, που ήταν κι αυτό υγρό αιθέριο έλαιο, αλλά η βασική του πρώτη ύλη ήταν κυρίως φύλλα δάφνης, και ενίοτε πρόσθεταν και φύλλα μυρτιάς.
Οι πλανόδιοι Καραμπασάδες
Τα παλιά χρόνια ήταν πολλοί οι πλανόδιοι πωλητές, όπου γύρναγαν στις γειτονιές.
Ήταν ο ακονιστής, ο τρυγιδάς, ο προβιδάς, ο τζαμπάζης, ο γανωτής και πολλοί άλλοι. Ένας από αυτούς ήταν και ο καραμπασάς.
Ο Καραμπασάς γύρναγε συνήθως με τα πόδια για 15 μέρες στις γειτονιές, φωνάζοντας δυνατά:
-«Ο Καραμπασάς! Κραμπάαασι καλό και δαφνόλαδο έχω! Καραμπάσι για τον πονόδοντο, τον πονόκοιλο, για τη γρίπη, και για όλες τις αρρώστιες! Μόνο δέκα φράγκα η οκά»!
Επειδή βέβαια δεν υπήρχαν χρήματα πάντα, πολλοί πλήρωναν το καραμπάσι και με δημητριακά αλλά και με όσπρια, αυγά πατάτες κλπ.
Κάθε καραμπασάς είχε τα δικά του χωριά που γύρναγε, και φυσικά υπήρχε συναγωνισμός, και έτσι έπρεπε να δίνουν έμφαση στη σωστή δουλειά τους.
Συνήθως ο πιο γνωστός καραμπασάς που ερχόταν στην Μεσαρά ήταν ένας ηλιοκαμένος ξερακιανός ταλαιπωρημένος βιοπαλαιστής που πήγαινε στα γύρω χωριά γεμάτος ζωή. Γυρνούσε στις γειτονιές για ένα μεροκάματο, και μάλιστα με τα πόδια! Φορούσε ένα κρητικό μαντίλι στο κεφάλι, και στη πλάτη είχε ένα σφακιανό βουργίδι, όπου είχε το καραμπάσι του και τα άλλα απαραίτητα. Ο καραμπασάς αυτός, δεν ήταν άλλος από τον Τζιτζιφιανό Γιάννη Κυλικάκη, από τον Τζιτζιφέ Αποκορώνου! Όταν άκουγαν βέβαια οι νοικοκυρές να φωνάζει ο καραμπασάς «δέκα φράγκα η οκά», έτρεχαν όλες, προς μεγάλη τους βέβαια απογοήτευση, όταν έβλεπαν πως με τις δέκα δραχμές έπαιρναν μονάχα ελάχιστα γραμμάρια! Σαν ερχόταν πάντως οι πελάτες που ήθελαν να αγοράσουν καραμπάσι, ο καραμπασάς άνοιγε τη βούργια του που μέσα σε ένα γυάλινο μπουκάλι είχε το καραμπάσι, με αυτό γέμιζε την «οκά»¨του! Η «οκά» βέβαια μόνο στο σχήμα έμοιαζε με την γνήσια οκά, που αντιστοιχούσε με 1,2829 γραμμάρια και ήταν τούρκικη μονάδα βάρους.
Η «οκά» πάντως του καραμπασά είχε χωρητικότητα, όσο μιας δαχτυλήθρας!
Στη συνέχεια έβγαζε και ένα μικρό χωνάκι, και άδειαζε στον πελάτη την «οκά» του σε ένα μικρό μπουκαλάκι της πενικιλίνης, που χωρούσε 20 με 30 γραμμάρια.
Εντύπωση έκανε σε πολλούς η μυρωδιά που ανέδυαν τα ρούχα του καραμπασά, αλλά αυτό δικαιολογείται από τα αρωματικά βότανα που χρησιμοποιούσαν. Οι άνθρωποι τότε είχαν φροντίσει να έχουν εκείνα τα μικρά – μικρά μπουκαλάκια της πενικιλίνης, για μικρές ποσότητες υγρών. Αν δεν είχαν τέτοιο μπουκαλάκι, τότε το αγόραζαν από το φαρμακείο. Τα φαρμακεία τότε πουλούσαν στο μικρό μπουκαλάκι μαζί με καραμπάσι.
Τα φαρμακεία είχαν φροντίσει να αγοράζουν φτηνότερα κάποιες ποσότητες καραμπάσι από τους καραμπασάδες, και τα πουλούσαν και εκείνοι σαν κανονικό φάρμακο!
Βέβαια δέκα δραχμές που το έδινε την «οκά» ο Καραμπασάς, που στην ουσία ήταν ένα μικρό κανατάκι, χώραγε μονάχα 4 με 5 δράμια! Όμως οι 10 δραχμές, ήταν αρκετά χρήματα, αφού μπορούσε κάποιος να αγοράσει δυο τρία κιλά κρέας! Η παραγωγή του όμως ήταν αρκετά δύσκολη, γιατί έπρεπε να βρεθούν τα δαφνόκλαδα ή μυρτόκλαδα, να τα αποξηράνουν, να τα κάνουν δεμάτια και τα μεταφέρουν στον τόπο παραγωγής. Τη δουλειά αυτή βέβαια της συλλογής φύλλων μπορούσε να την κάνουν και τρίτοι επί πληρωμή.
Γιατί τους καραμπασάδες τους έλεγαν μονοστιβανάδες?
Οι καραμπασάδες επειδή γυρνούσαν για 15 μέρες με τα πόδια και έκαναν πολλά χιλιόμετρα την ημέρα, τα πόδια τους πρήζονταν ή τα πλήγωναν τα στιβάνια τους. Τις περισσότερες φορές, που σε έναν καραμπασά τον πλήγωνε το στιβάνι, το έβγαζε και το κρεμούσε στον ώμο του, και περπατούσε φορώντας μονάχα το ένα στιβάνι! Ο θέαμα αυτό ήταν συνηθισμένο στα μάτια του κόσμου.
Το έκαναν αυτό μέχρι να γιατρευτεί το πληγωμένο πόδι, αλλά ο κόσμος περιπαιχτικά σατιρίζοντας τους, τους ονόμασε και «μονοστιβανάδες»!
Οι θεραπευτικές ιδιότητες του καραμπάσι
Το καραμπάσι καθώς και το μουρουνέλαιο, ήταν τα υπερφάρμακα της εποχής, όπως και το κινίνο! Εκείνοι που αγόραζαν το καραμπάσι, ήταν εκείνοι που είχαν κυρίως μικρά παιδιά, διότι παλιά δεν υπήρχαν φάρμακα, και απλά όταν αρρώσταιναν του έδιναν δυο με τρεις σταγόνες. Όμως σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε ένα παιδί να πάρει ποσότητα πάνω από δυο με τρεις σταγόνες, διότι οι συνέπειες ήταν καταστροφικές! Το παιδί το έπιανε ζαλάδα ατονία, και τέλος έχανε τις αισθήσεις του!
Συνηθισμένη αρρώστια της εποχής ήταν η λεγόμενη «ταινία». Το παιδί έτρωγε κανονικά, αλλά συνεχώς όλο και αδυνάτιζε! Έλεγαν τότε πως στο στομάχι του υπήρχαν σκουλήκια όπου έτρωγαν τις ουσίες από το φαγητό, και το παιδί συνεχώς έχανε βάρος. Τα σκουλήκια αυτά τα έλεγαν τότε και «ορμήγκους», και καμιά φορά μέρος αυτών φαινόταν και στα κόπρανα του παιδιού.
Τότε μάλιστα αλλά και για πολλά χρόνια είχε επικρατήσει η φράση για όσους τρώνε ποσότητα φαγητού χωρίς να παχαίνουν:
«Μα ταινία έχεις και δεν παχαίνεις»?
Σε αυτή την περίπτωση, οι γονείς έβαζαν δυο έως τρεις σταγόνες καραμπάσι σε μισό κουταλάκι ζάχαρη, και το παιδί σαν το κατάπινε, λίαν συντόμως απέβαλε από τα κόπρανα όλα αυτά τα σκουλήκια!
Δεν ήταν μονάχα η ταινία που έκανε καλό το καραμπάσι, έκανε καλό στον βήχα, στα κρυολογήματα, στον πυρετό που προέρχονταν από κρύωμα, διαφορετικά αν ο πυρετός προερχόταν από άλλη αιτία, τότε του έδιναν κινίνο.
Το καραμπάσι σαν φάρμακο γιάτρευε και πολλές άλλες αρρώστιες των παιδιών, όπως πονόλαιμο, πονόκοιλο, αμυγδαλές, φουσκώματα, πονοκέφαλο κλπ. Ηταν με λίγα λόγια υπερφάρμακο! Φυσικά όταν έπιανε πονόκοιλος και τα ζώα φυσικά έδιναν και σε αυτά!
Το καραμπάσι γνώριζαν οι παραγωγοί του πως ήταν αντισηπτικό, και έτσι το χρησιμοποιούσαν για απολύμανση των χεριών, κυρίως οι μαμογιάτροσες κατά τη γέννα, αλλά και στην απολύμανση του αφαλού. Έβαζαν όμως και σε πληγές ανθρώπων ή ζώων, διότι η μυρωδιά του έδιωχνε τις μύγες!
Άλλες θαυματουργές ιδιότητες που είχε το καραμπάσι ήταν που γιάτρευε και πολλές άλλες αρρώστιες όπως αρθρίτιδες, ωτίτιδες, έρπη, εντερικά, φαρυγγίτιδες, ιγμορίτιδες, καταρροές, πληγές όπου τρέχει αίμα, σε δυσκοιλιότητα, σε αδυναμία και ατονία, σε πόνους στα νεφρά, σε πονοκεφάλους, ακόμα και στη τριχόπτωση! Εκτός βέβαια να το πιει κάποιος, γινόταν εντριβές και μασάζ με το καραμπάσι, ειδικά σε πονοκεφάλους, στα νεύρα όπου πονάνε, ακόμα βοήθαγε και ένα μασάζ στο τριχωτό της κεφαλής, για την περίπτωση της τριχόπτωσης.
Το μουρουνέλαιο βέβαια ήταν κι αυτό φάρμακο της εποχής, αλλά το έδιναν κυρίως σε αδύνατα και ανορεκτικά παιδιά για τα τονώσει και να τους έρθει η όρεξη, διότι λειτουργούσε κυρίως σαν δυναμωτικό.
Πως παράγεται το καραμπάσι
Οι καραμπασάδες, παρασκεύαζαν παλιά πριν τη κατοχή το 40δένδρι χρησιμοποιώντας πολλά βότανα, αλλά και το απλό καραμπάσι από φύλλα ή καρπό δάφνης. Ολα τα παρήγαγαν με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με απόσταξη. Τα βότανα, ή τα φύλλα δάφνης και μυρτιάς κλπ που συγκεντρωναν, τα έβαζαν σε μεγάλα ξύλινα βαρέλια, τα άφηναν εκεί για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα να ελευθερώσουν τα αρώματα τους, και στη συνέχεια τα έβαζαν στο καζάνι του αποστακτήρα, τα έβραζαν και τα έβγαζαν όπως την ρακή. Αντί ρακής όμως έβγαινε ένα υποκίτρινο αιθέριο έλαιο, που ήταν σαν λάδι αλλά πιο πηχτό. Μάλιστα για να βγάλουν έστω και μια οκά καραμπάσι, έπρεπε να αποστάξουν μέχρι και εφτά καζανιές (40 λίτρων η κάθε μια) από το βαρέλι! Από την απόσταξη δεν έβγαινε καθαρό αιθέριο έλαιο, έβγαινε παράλληλα και νερό, καθώς και άλλα άχρηστα υλικά. Έπρεπε λοιπόν να το αφήσουν να κατασταλάξει, το νερό να πάει στον πάτο, και το λάδι να έρθει στη επιφάνεια για να το συλλέξουν, αφού πρώτα το σουρώσουν καλά. Η συλλογή των φύλλων γινόταν από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Εκτός από το καραμπάσι από φύλλα δάφνης και μυρτιάς, έβγαινε και το «κουκουδόλαδο» από τους μαύρους καρπούς της δάφνης.
Tο καραμπάσι σαν τούρκικη λέξη προέρχεται από το καρά (μαύρο) και μπάσι (κεφάλι).
Προφανώς πήρε το όνομά του από τον μαύρο καπνό που βγάζουν τα φύλλα δάφνης κατά την καύση τους. Στο χωριό Τζιτζιφές υπήρχαν κάποτε δέκα καραμπασάδες, και η ετήσια παραγωγή κάθε καραμπασά, ήταν από 20 μέχρι 30 οκάδες. Κράτησε το επάγγελμα περίπου μέχρι αρχές τις δεκαετίας του ’80, όπου έμεινε και ο τελευταίος Τζιτζιφιανός καραμπασάς Γιάννης Τσουρουπάκης, και έτσι εξέπνευσε η παραγωγή του. Η ραγδαία ανάπτυξη των φαρμάκων εκτόπισε και το καραμπάσι καθώς και όλα σχεδόν τα πρακτικά φάρμακα παλιών εποχών.
Ωστόσο όμως σαν φάρμακο το καραμπάσι , έδωσε ψωμί σε πολλούς φτωχούς του χωριού Τζιτζιφέ, και το κράτησε τον ζωντανό για πολλά δύσκολα χρόνια, αλλά και χιλιάδες παιδιά μακριά από πολλές αρρώστιες. Ετσι η προσφορά των καραμπασάδων όπως και να το κάνουμε υπήρξε σπουδαία!
Σήμερα από το χωριό ένας μονάχα παράγει πλέον καραμπάσι, και είναι ο κος Χρήστος Τσουρουπάκης, γιός του φημισμένου καραμπασά Γιάννη Τσουρουπάκη. Ακόμα και σήμερα λοιπόν μπορεί κάποιος να βρει καραμπάσι στον Τζιτζιφέ, όπου περίπου τα 20 γραμμάρια κοστίζουν 25 με 30 ευρώ . Φυσικά είναι αξιέπαινος διότι διατηρεί την παράδοση και τον λαϊκό πολιτισμό της πατρίδας μας.
Ευχαριστούμε τον κ. Μύρωνα Μαραγκάκη για τις πολύτιμες πληροφορίες του)
Κείμενο – Φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης