Εκπρόσωποι των πυροσβεστών υψώνουν κραυγή αγωνίας για την εμπλοκή τους, σε ένα αντικείμενο άσχετο με τα καθήκοντα και την εκπαίδευσή τους
Στη δημοσιότητα επιστολή διαμαρτυρίας των πυροσβεστών στο αεροδρόμιο Ηρακλείου για την εμπλοκή τους στους ελέγχους του COVID-19
«Γινόμαστε πειραματόζωα πολιτικών πρακτικών» ξεσπούν με αγανάκτηση οι πυροσβέστες του 2ου Πυροσβεστικού Σταθμού Κρατικού Αερολιμένα Ηρακλείου “Ν. Καζαντζάκης”, με φόντο τη συμμετοχή τους στα κλιμάκια ελέγχου για τον κορωνοϊό.
Σε σχετική ανοιχτή επιστολή διαμαρτυρίας που δόθηκε στη δημοσιότητα, εκπρόσωποι των πυροσβεστών υψώνουν κραυγή αγωνίας για την εμπλοκή τους, όπως σημειώνουν, σε ένα αντικείμενο άσχετο με τα καθήκοντα και την εκπαίδευσή τους. Εμπλοκή, όπως τονίζουν, η οποία και αποδυναμώνει την ίδια την υπηρεσία και το αντικείμενό τους, αλλά και ελλοχεύει κινδύνους για τους ίδιους…
Η επιστολή
«Το δύσκολο αυτό καλοκαίρι, οι πυροσβέστες καλούνται μαζί με τα καθήκοντά τους να ασκούν και καθήκοντα υγειονομικών κλιμακίων ελέγχου για τον COVID-19 στα αεροδρόμια της χώρας, με το ίδιο προσωπικό, παρά τις αυξημένες τους υποχρεώσεις στην πυρόσβεση-διάσωση. Χωρίς οργάνωση, εκπαίδευση, μέτρα και μέσα ατομικής προστασίας, αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να νοσήσει όλο το πυροσβεστικό προσωπικό μαζί με τις οικογένειες των υπαλλήλων του. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που σίγουρα θα συμβεί στην κοινωνία είναι η εξάπλωση των πυρκαγιών και των ατυχημάτων, αφού το Πυροσβεστικό Σώμα θα έχει αρκετά μειωμένο προσωπικό να επέμβει, λόγω του ότι θα νοσήσει σχεδόν όλο και θα τεθεί σε καραντίνα.
Οι πυροσβέστες που υπηρετούμε στον Πυροσβεστικό Σταθμό του Κρατικού Αερολιμένα Ηρακλείου “Ν. Καζαντζάκης”, όπως και σε άλλα αεροδρόμια της χώρας, σαν πυροσβέστες είμαστε εκπαιδευμένοι και επιφορτισμένοι με την ασφάλεια των πολιτών, των αεροσκαφών και των εγκαταστάσεων εντός του αερολιμένα. Επίσης, με επιφυλακές συμμετέχουμε και συνδράμουμε σε συμβάντα καταστροφών, ατυχημάτων, αστικών και δασικών πυρκαγιών. Κατά τα δύσκολα κυρίως καλοκαίρια μας, τα ρεπό μας και οι άδειές μας ίσα που βγαίνουν και σε μια έκτακτη περίπτωση αναρρωτικής ενός συναδέλφου, κάποιοι δεν μπορούν να πάρουν τα προβλεπόμενα ρεπό, γιατί λόγω έλλειψης προσωπικού δεν έχει σκόντο στην υπηρεσία και δε θέλουν να αφήσουν τη βάρδια με λιγότερα άτομα για να μην πέσει κατηγορία το αεροδρόμιο.
Δεν επαρκούμε λοιπόν για τη διεξαγωγή της υπηρεσίας μας και ξαφνικά περισσεύουμε για να συνδράμουμε και αλλού, και πόσω μάλλον να μην είναι και δουλειά μας. Ασκώντας παράλληλα καθήκοντα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επιστολή διαμαρτυρίας που είδε το φως της δημοσιότητας.
Στην ίδια επιστολή επισημαίνεται: «Στην παρούσα χρονική στιγμή, με το άνοιγμα του τουρισμού στη χώρα, μέσα στον γενικό χαμό που επικρατεί στα αεροδρόμια και που όλη αυτή την κατάσταση τη βαπτίζουν “απόλυτη τάξη”, καλούνται οι πυροσβέστες των αεροδρομίων να συνδράμουν εκτελώντας υγειονομικά καθήκοντα, συμμετέχοντας στα υγειονομικά κλιμάκια ελέγχου, λαμβάνοντας μέρος στην επαφή με τους τουρίστες, στις δειγματοληψίες, στη μεταφορά δειγμάτων και στη συνέχεια πιθανόν των κρουσμάτων. Αυτό δεν είναι συνδρομή αλλά κύρια απασχόλησή μας σε τομέα που δε γνωρίζουμε και δεν έχουμε εκπαιδευτεί και εξοπλιστεί.
Βρισκόμαστε σε έναν χώρο που ήδη οι συνθήκες υγιεινής είναι επιβαρυμένες, με υψηλή συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπων, χωρίς ιδιαίτερη καθαριότητα, με καθόλου απολυμάνσεις, με τις υψηλές θερμοκρασίες της περιόδου χωρίς επαρκή αερισμό και χωρίς τα απαραίτητα προστατευτικά. Αυτό δεν αφορά μόνο τους πυροσβέστες, αλλά και όλους όσοι εμπλέκονται.
Είναι 99,99% σίγουρο ότι θα κολλήσει ο υπάλληλος τον ιό, αφού υπάρχουν ελλιπή μέτρα προστασίας, με αποτέλεσμα να τον μεταδώσει στην Υπηρεσία του και στο περιβάλλον της οικογένειάς του. Είναι 99% σίγουρο ότι θα διασπαρθεί ο ιός σε τουρίστες που δεν είναι δείγματα λόγω του υψηλού συνωστισμού και των συνθηκών αναμονής, οι οποίοι θα τον μεταφέρουν στις ξενοδοχειακές μονάδες και τουριστικούς χώρους, με πολύ δύσκολο έργο την ιχνηλάτηση των κρουσμάτων αυτών».
«Σε κάθε προσπάθεια συζήτησης των προβληματισμών μας και της διαμαρτυρίας μας προς τους ανωτέρους μας ή τους υπευθύνους, μας λένε ότι είναι δουλειά μας ο κίνδυνος. Και βέβαια το ξέρουμε καλύτερα απ’ όλους τι πάει να πει κίνδυνος και δεν το αρνηθήκαμε ποτέ οι πυροσβέστες. Αυτό όμως που συμβαίνει εδώ δεν είναι μια επικίνδυνη κατάσταση, αλλά μια ΘΥΣΙΑ, όλων των πυροσβεστών, αφού θα κολλήσουμε όλοι λόγω των συνθηκών εργασίας μας, αλλά και των οικογενειών μας, αφού θα πρέπει μετά την υπηρεσία να γυρίσουμε στα σπίτια μας, λόγω του ότι η υπηρεσία δεν μπορεί να μας φιλοξενήσει.
Και αφού γίνεται όλο αυτό, δε θα έπρεπε να υπάρχει ένας χώρος διαμονής για μας για να μην επιστρέφουμε στα σπίτια μας και θυσιάσουμε και τους δικούς μας ανθρώπους; Μόνο οι δηλώσεις των υπευθύνων είναι ευοίωνες, οι οποίοι είναι κλεισμένοι στους απολυμασμένους χώρους τους και, όταν μας πλησιάζουν, κρατούν μεγάλες αποστάσεις. Το οξύμωρο είναι ότι το κράτος κυνηγάει τους επαγγελματίες και βάζει πρόστιμα λόγω της συγκέντρωσης ανθρώπων στα καταστήματα, και στους κρατικούς χώρους κάνει ότι δε βλέπει. Όλα πάνε καλά λοιπόν», συνεχίζει, μεταξύ άλλων, η επιστολή διαμαρτυρίας.
ΑΝΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΙ
«Δε μας ακούει κανείς»
Η επιστολή καταλήγει ως εξής: «Ο πυροσβέστης δε φοβάται τη δουλειά, το έχει αποδείξει διαχρονικά και το αποδεικνύει καθημερινά. Γνωρίζει ότι μπορεί να είναι αναλώσιμος, κάτι που δε θα έπρεπε. Αλλά είναι απαράδεκτο να οδηγείται για θυσία με αυτόν τον τρόπο και να μην έχει δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί στη δημοκρατική εποχή μας. Δεν μπορεί να είναι πειραματόζωο πολιτικών πρακτικών. Σας παρακαλούμε για τη βοήθειά σας. Δε μας ακούει κανείς. Η διοίκησή μας δεν έχει το θάρρος να μας υπερασπιστεί και οι συνδικαλιστικοί μας φορείς δεν υπάρχουν πουθενά»…
πηγη nea kriti