Για μία «ιστορική, νέα σελίδα» στα έργα υποδομής στην Τουρκία έκανε λόγο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη διάρκεια τελετής θεμελίωσης για την πρώτη γέφυρα που αφορά στο αμφιλεγόμενο εγχείρημα της κατασκευής της Διώρυγας της Κωνσταντινούπολης.
Ο Τούρκος πρόεδρος υπεραμύνθηκε του έργου, το οποίο και χαρακτήρισε «όραμα ζωής», λέγοντας ότι η πραγματικότητα του σήμερα -όπως οι απειλές για τον Βόσπορο και την Κωνσταντινούπολη από τo διαρκώς αναπτυσσόμενο θαλάσσιο εμπόριο- καθιστούν επιτακτική την ανάγκη κατασκευής της διώρυγας.
Υποστηρικτές και αντίπαλοι του μεγάλου έργου έχουν μεγάλες διαφορές.
Για κάποιους είναι σημάδι μιας ισχυρής Τουρκίας, για άλλους απλά μια καταστροφή. Ως προς την κατασκευή του νέου καναλιού οι απόψεις διίστανται στην Κωνσταντινούπολη, όπως αποτυπώνεται και σε σχετικό ρεπορτάζ της Deutsche Welle.
Εφιάλτης η Διώρυγα;
Η υδάτινη οδός μεταξύ της Μαύρης Θάλασσας και της Θάλασσας του Μαρμαρά είναι μέρος μιας σειράς φιλόδοξων έργων υποδομής για την Κωνσταντινούπολη και κοστίζει πάνω από επτά δισεκατομμύρια ευρώ.
O Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διαφημίζει το έργο και την επίσημη παρουσίασή του από το 2011. Μιλάει για τα Στενά του Βοσπόρου, τα νέα γιοτ, το λιμάνι εμπορευματοκιβωτίων και τις νέες κομψές κατοικίες με θέα το κανάλι, το οποίο έχει πλάτος τουλάχιστον 275 μέτρα.
Ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, αντίπαλος του Ερντογάν, είναι ίσως ο πιο μεγάλος πολέμιος της κατασκευής του καναλιού. Αποκαλεί το κανάλι «εφιάλτη» για την τουρκική μεγαλούπολη. Η κυβέρνηση ασχολείται με το κανάλι μόνο και μόνο για να κερδίσει χρήματα, ισχυρίζεται.
Ο πολιτικός του κόμματος CHP άσκησε έντονη κριτική εν όψει των εγκαινίων για την τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου. Όπως λέει, δεν πρόκειται καν για το κανάλι μήκους 45 χιλιομέτρων, αλλά για τον θεμέλιο λίθο σε μια απλή γέφυρα.
Μοντέλο ανάπτυξης οι κατασκευαστικές
Η αντιπολίτευση βλέπει το μεγάλο έργο ως μια προσπάθεια της κυβέρνησης να επιδείξει ένα μοντέλο ανάπτυξης που βασίζεται στις κατασκευές και στη ζήτηση φθηνών δανείων για την καταπολέμηση της οικονομικής κρίσης στη χώρα.
Η κριτική δεν προέρχεται όμως μόνο από την αντιπολίτευση. «Σίγουρα θα φέρει κάποια πλεονεκτήματα για το εμπόριο και τη βιομηχανία», λέει ο Φικέρ Ανταμάν, οικονομολόγος από το πανεπιστήμιο Bogazici της Κωνσταντινούπολης.
«Ωστόσο το κοινωνικό και οικολογικό κόστος που θα προκαλέσει θα είναι πολύ υψηλό» συμπληρώνει.
Ο Νιχάζ Τεμίζ Ατάς από την Greenpeace προειδοποιεί επίσης για το υψηλό κόστος.
«Οι ειδικοί λένε ότι το νερό από τη Μαύρη Θάλασσα θα περάσει από το κανάλι και θα ρέει με μεγαλύτερη ορμή στη Θάλασσα του Μαρμαρά καταστρέφοντας εκεί το οικοσύστημα». Η περιεκτικότητα του νερού σε οξυγόνο θα μειωθεί και «μόλις το οξυγόνο εξαντληθεί, δεν υπάρχει επιστροφή».
Το αποτέλεσμα ακόμα θα είναι μια πολύ δυσάρεστη οσμή στον αέρα που θα θυμίζει χαλασμένο αυγό.
Έργο παγκόσμιας εμβέλειας για τον Ερντογάν
Η Θάλασσα του Μαρμαρά είναι σήμερα πολύ μολυσμένη. Τα τηλεοπτικά κανάλια παρουσιάζουν εικόνες μιας βλέννας που προέρχεται από την κακή επεξεργασία λυμάτων και τις αυξανόμενες θερμοκρασίες. Αυτό δεν απειλεί μόνο τους ψαράδες που ζουν στις πληγείσες περιοχές και δεν μπορούν να ψαρέψουν, αλλά και την ίδια τη ζωή στη θάλασσα. Ένα δεύτερο κανάλι θα μπορούσε να κάνει την κατάσταση χειρότερη σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες.
Σε έκθεση υπό την αιγίδα του δήμου της Κωνσταντινούπολης γίνεται λόγος για ζημιές στο πόσιμο νερό, τη χλωρίδα και την πανίδα. Η κυβέρνηση αντικρούει αυτές τις απόψεις. Το περιβάλλον δεν θα πάθει καμία ζημιά, αναφέρεται στα σχετικά δελτία Τύπου.
Ο Ερντογάν θεωρεί επίσης πως το κανάλι θα είναι μια ανακούφιση για τον Βόσπορο. Τα πλοία μειώνονται, ωστόσο αυξάνεται το μέγεθος και ο όγκος τους αντιτείνουν οι πολέμιοι και προσθέτουν πως η κατασκευή του νέου καναλιού συνιστά και κίνδυνο για την εκδήλωση σεισμού.
Οι φήμες για ένα μεγάλο σεισμό στην Κωνσταντινούπολη οργιάζουν ούτως ή άλλως εδώ και χρόνια.
«Εάν το κανάλι καταρρεύσει εξαρτάται από τον τρόπο που θα κατασκευαστεί» δηλώνει ο Μάρκο Μπόνχοφ από το γερμανικό Ινστουτούτο Γεωδυναμικής στο Πότσνταμ.
Ο Ερντογάν ωστόσο χαρακτηρίζει το έργο παγκόσμιας εμβέλειας. Ανοιχτό πάντως παραμένει ακόμα πώς θα χρηματοδοτηθεί.