Σε γκάφα ποιητικής φύσεως, που έσπευσε να αξιοποιήσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης υπέπεσε ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στη Βουλή για τις διαδηλώσεις των φοιτητών ενάντια στο εκπαιδευτικό νομοσχέδιο.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε σε ένα κείμενο της Νεολαίας Λαμπράκη για την ανάγκη οι σπουδαστές να επιδιώκουν την αριστεία και να κάνουν καλές σπουδές, μια πρώιμη εκδοχή του συνθήματος αργότερα του ΚΚΕ για τους νέους που πρέπει να είναι πρώτοι στον αγώνα και πρώτοι στις σπουδές.
Σε απάντηση στον πρωθυπουργό για τις αναφορές του στην Νεολαία Λαμπράκη, ο Αλέξης Τσίπρας επιστράτευσε τα σχόλια- όπως ισχυρίστηκε- του τύπου της Δεξιάς μετά τον εμφύλιο, που αποκαλούσαν- είπε ο κ. Τσίπρας- τους νεολαίους αλήτες με πρησμένα πόδια.
Στην διάρκεια της ομιλίας δεν έγινε αμέσως κατανοητό τι εξυπηρετούσε η αναφορά στα πρησμένα πόδια, στα σχόλια του τότε τύπου που υποστήριζε την ΕΡΕ, αλλά την απορία έσπευσε να εξηγήσει ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Λέγοντας στον κ. Τσίπρα ότι έχει μπερδέψει τις αναφορές του τύπου της ΕΡΕ για «αλήτες» που διαδηλώνουν, με στίχους του Ελύτη «για τους νέους με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες». Και οι στόχοι του Οδυσσέα Ελύτη δεν αναφέρονται φυσικά σε διαδηλωτές του μετεμφυλιακού κράτους, αλλά στους νέους που διαδήλωναν κατά της Γερμανικής κατοχής.
Οι στίχοι του Ελύτη από το Αξιον Εστί
Τις ημέρες εκείνες έκαναν σύναξη μυστική τα παιδιά και λάβανε
την απόφαση, επειδή τα κακά μαντάτα πλήθαιναν στην πρωτεύουσα, να βγουν
έξω σε πλατείες με το μόνο πράγμα που τους είχε απομείνει: μια παλάμη
τόπο κάτω από τ’ ανοιχτό πουκάμισο, με τις μαύρες τρίχες και το
σταυρουδάκι του ήλιου. Όπου είχε κράτος η Άνοιξη.
Και επειδή σίμωνε η μέρα που το Γένος είχε συνήθειο να γιορτάζει τον άλλο
Σηκωμό, τη μέρα πάλι εκείνη ορίσανε για την Έξοδο. Και νωρίς εβγήκανε
καταμπροστά στον ήλιο, με πάνου ως κάτου απλωμένη την αφοβία σα
σημαία, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες. Και
ακολουθούσανε άντρες πολλοί, και γυναίκες, και λαβωμένοι με τον επίδεσμο
και τα δεκανίκια.
Όπου έβλεπες άξαφνα στην όψη τους τόσες χαρακιές, που ‘λεγες είχανε
περάσει μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα.
Τέτοιας λογής αποκοτιά, ωστόσο, μαθαίνοντας οι Άλλοι, σφόδρα
ταράχτηκαν. Και τρεις φορές με το μάτι αναμετρώντας το έχει τους, λάβανε
την απόφαση να βγουν έξω σε δρόμους και σε πλατείες, με το μόνο πράγμα
που τους είχε απομείνει: μια πήχη φωτιά κάτω απ’ τα σίδερα, με τις μαύρες
κάννες και τα δόντια του ήλιου. Όπου μήτε κλώνος μήτε ανθός, δάκρυο ποτέ
δεν έβγαλαν.
Και χτυπούσανε όπου να ‘ναι, σφαλώντας τα βλέφαρα με απόγνωση. Και η
Άνοιξη ολοένα τους κυρίευε.
Σαν να μην ήτανε άλλος δρόμος πάνω σ’ ολάκερη τη γη, για να περάσει η
Άνοιξη παρά μονάχα αυτός, και να τον είχαν πάρει αμίλητοι, κοιτάζοντας
πολύ μακριά, περ’ απ’ την άκρη της απελπισιάς, τη Γαλήνη που έμελλαν να
γίνουν, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες, και οι άντρες,
και οι γυναίκες, και οι λαβωμένοι με τον επίδεσμο και τα δεκανίκια.
Και περάσανε μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα. Και θερίσανε πλήθος τα θηρία,
και άλλους εμάζωξαν. Και την άλλη μέρα εστήσανε στον τοίχο τριάντα.
Πού αναφέρεται το ποίημα
H πρώτη οργανωμένη μεγάλη διαδήλωση εναντίον των κατακτητών έγινε στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου 1942 με την ευκαιρία του εορτασμού της εθνικής επετείου για την ελληνική επανάσταση. Οι Γερμανοί είχαν απαγορεύσει τον εορτασμό. Ο Οδυσσέας Ελύτης εμπνέεται από αυτό το ιστορικό γεγονός στο εμβληματικό έργο του, την ποιητική σύνθεση Άξιον Εστί που δημοσίευσε το 1959.
Διαβάστε εδώ